Οι οικονομικές επιπτώσεις των δανείων σε ελβετικά φράγκα
Ένας σχετικά μεγάλος αριθμός Κύπριων, την περίοδο κυρίως 2006-2009, είχαν λάβει από εγχώριες Τράπεζες, τα γνωστά πλέον σε όλους «δάνεια σε Ελβετικό Φράγκο», τα οποία διαφημίζονταν έντονα κατά την περίοδο αυτή από τις Τράπεζες, ως πολύ επωφελή τραπεζικά προϊόντα, τα οποία εξασφάλιζαν προς τον δανειολήπτη πολύ χαμηλά επιτόκια και χαμηλή δόση αποπληρωμής.
Βάσει όμως, συγκεκριμένων ρητρών που περιέχονται στις συμφωνίες των εν λόγω δανείων, οι Τράπεζες είχαν την δυνατότητα να υπολογίζουν λογιστικά την δόση και το οφειλόμενο ποσό του δανείου, βάσει της εκάστοτε συναλλαγματικής ισοτιμίας του ελβετικού φράγκου με το ευρώ (ή την λίρα πριν το 2008) κατά την ημέρα που ήταν πληρωτέα η κάθε μηνιαία δόση.
Ο πιο πάνω υπολογισμός γινόταν μόνο λογιστικά από τις τράπεζες αφού οι δανειολήπτες που συνήπταν τέτοια δάνεια, ουδέποτε έλαβαν πραγματικά οποιαδήποτε χρήματα σε ελβετικό φράγκο ενώ ούτε πλήρωναν οποιαδήποτε δόση σε ελβετικό φράγκο, αλλά μόνο σε ευρώ (ή σε λίρα πριν το 2008).
Ο λογιστικός αυτός υπολογισμός εκ μέρους των Τραπεζών, σημαίνει στην πράξη ότι κάποιος δανειολήπτης ακόμη και αν πληρώνει κανονικά τις δόσεις του, λόγω της μεταβολής της ισοτιμίας ευρώ/φράγκο, μπορεί να βρεθεί σε ένα πραγματικό οικονομικό εγκλωβισμό και να οφείλει πολύ περισσότερα από αυτά που έλαβε, ανάλογα με το ύψος της διαφοροποίησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ με το φράγκο.
Συνεπώς, τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, λόγω του σημαντικού κινδύνου πρόκλησης οικονομικής ζημιάς που δημιουργούν προς τους δανειολήπτες, προσομοιάζουν περισσότερο με επενδυτικά προϊόντα μεγάλου ρίσκου που λαμβάνουν εξειδικευμένοι επενδυτές και όχι με συνήθη δάνεια που θα έπρεπε να χορηγούνται στον μέσο καταναλωτή/δανειολήπτη.
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με εγκύκλιο της στις 11 Οκτωβρίου 2006, προειδοποιούσε τις Τράπεζες για τους κινδύνους αυτούς και καλούσε τις Τράπεζες όπως ενημερώνουν επαρκώς τους δανειολήπτες για τις συνέπειες που μπορεί να προκύψουν με την λήψη τέτοιων δανείων.
Επίσης, πολλοί διεθνείς Ελεγκτικοί Οίκοι όπως ο Fitch, προειδοποιούσαν ότι, λόγω της οικονομικής κρίσης που έπληξε σε μεγάλο βαθμό τις χώρες της Ευρωζώνης και το Ευρώ, είναι πιθανή μια υποβάθμιση του ευρώ σε σχέση με το ελβετικό φράγκο ενώ ενδεικτική είναι επίσης και η Ετήσια Οικονομική Έκθεση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος το 2007, που προέβλεπε 30% υποτίμηση του ευρώ έναντι όλων των άλλων νομισμάτων συμπεριλαμβανομένου και του ελβετικού φράγκου.
Γίνεται πλέον αντιληπτό, ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι Τράπεζες, δεν έλαβαν υπόψιν τους τα πιο πάνω στοιχεία και προειδοποιήσεις ή ακόμη και τα απέκρυψαν από τους δανειολήπτες και ούτε προέβησαν σε επαρκή ενημέρωση των δανειοληπτών, τόσο για τον τρόπο με το οποίο λειτουργούσαν τα δάνεια αυτά, αλλά πολύ περισσότερο για τους κινδύνους και τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες που μπορούσαν να επιφέρουν. Περαιτέρω, οι ίδιες οι Τράπεζες δεν είχαν στελεχωθεί με το κατάλληλο εξειδικευμένο προσωπικό που θα είχε την δυνατότητα να προβεί σε τέτοια επαρκή ενημέρωση προς τους δανειολήπτες, ακόμη και αν το επιθυμούσαν.
Οι κίνδυνοι τελικά επαληθευτήκαν αφού, η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ με το φράγκο από 1, 64 που ήταν το 2006, διολίσθησε τον Ιούνιο του 2015 περί το 1,04 ή ακόμη και χαμηλότερα, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες που είχαν λάβει τέτοια δάνεια, να έχουν υποστεί μεγάλη οικονομική ζημιά, αφού το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό του δανείου τους που πρέπει να αποπληρώσουν στις Τράπεζες, να έχει αυξηθεί σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και 50%, από το ποσό που πραγματικά είχαν λάβει.
Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρκετοί δανειολήπτες ελβετικού φράγκου, προσέφυγαν στα Δικαστήρια της χώρας τους, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις τους δικαίωσαν. Τα Δικαστήρια αποφάσισαν ότι οι εν λόγω ρήτρες σε ελβετικό φράγκο είναι καταχρηστικές και τις ακύρωσαν ενώ διέταξαν όπως το οφειλόμενο ποσό των δανείων θα υπολογίζεται βάσει της ισοτιμίας ελβετικού φράγκου/ευρώ που ίσχυε κατά την ημέρα εκταμίευσης ή χορήγησης του δανείου και το αυξημένο ποσό που βασιζόταν στην εκάστοτε ισοτιμία του ελβετικού φράγκου με το ευρώ διαγράφεται. Σε κάποιες χώρες, το ζήτημα επιλύθηκε με νομοθετική παρέμβαση προς όφελος των δανειοληπτών.
Στην Κύπρο δεν έχει ακόμη υπάρξει οποιαδήποτε σοβαρή νομοθετική παρέμβαση προς αυτή την κατεύθυνση και ως εκ τούτου πολλοί δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο έχουν ήδη προσφύγει στα Κυπριακά Δικαστήρια.
Ευελπιστούμε ότι και τα Κυπριακά Δικαστήρια θα ακολουθήσουν τον δρόμο που χάραξαν τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια προς δικαίωση των δανειοληπτών, ιδιαίτερα και μετά την πολύ σημαντική απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C-26/13 Árpád Kásler και Hajnalka Káslerné Rábai κατά OTP Jelzálogbank Zrt), στην οποία τίθενται πλέον τα κριτήρια και οι κατευθυντήριες γραμμές προς όλα τα Εθνικά Δικαστήρια των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάσει των οποίων μπορεί να διαπιστωθεί η καταχρηστικότητα και ακυρότητα ρητρών σε δάνεια με ελβετικά φράγκα και η οποία έχει πλήρη εφαρμογή και στην Κύπρο.